Ο Πραστός έχει ωραία αρχοντικά σπίτια, πυργόσπιτα και εκκλησίες, χαρακτηριστικά δείγματα της Τσακώνικης αρχιτεκτονικής. Τον 18ο και 19ο αιώνα, οι έμποροι που πλούτιζαν στην Κωνσταντινούπολη, στις Σπέτσες, στην Ύδρα και αλλού, κατασκεύαζαν σπουδαία αρχοντικά - πυργόσπιτα, που σώζονται μέχρι σήμερα, όπως του Σαραντάρη (1722), του Καλημέρη, του Μερίκα, του Γούλενου, του Καραμάνου (1788), του Χατζηπαναγιώτη, αλλά και του Γερμανού Δέφνερ. Ο Πραστός έχει και παλιές, σημαντικές εκκλησίες, όπως η κατεστραμένη Παναγία (1762), όπου αποτελούσε την Μητρόπολη, ο Άγιος Δημήτριος (17ος αι.), οι Ταξιάρχες (17ος αι.), ο Άγιος Νικόλαος (17ος αι.), ο Προφήτης Ηλίας, ο Άγιος Αθανάσιος (16ος αι.) και άλλες. Παλαιότερα υπήρχαν περισσότερες εκκλησίες, που δεν σώζονται σήμερα, όπως η Παναγία η Στολιώτισσα, η Αγία Παρασκευή, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Ιωάννη.
Κοντά στο χωριό βρίσκεται η Καστάνιτσα, η Σίταινα, οι Μονές Ορθοκωστάς, Καρυάς και οι κατεστραμμένες μονές Αγίου Δημητρίου Ρεοντινού και Προδρόμου (Εγκλειστούρι). Ανατολικότερα βρίσκεται το Ορεινό Κορακοβούνι.
Το χειμώνα, το χωριό μένει με λίγους κατοίκους, ενώ το καλοκαίρι γεμίζει με κόσμο. Έχει επίσης ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός.
Η Καστάνιτσα (τσακωνικά: Γαστένιτσα, παλαιότερη ονομασία: Καστανίτσα) είναι ορεινό χωριό της Αρκαδίας, χτισμένο στις πλαγιές του Πάρνωνα σε υψόμετρο 840 μέτρων. Ανήκει στα Τσακωνοχώρια, στα χωριά δηλαδή που ιδρύθηκαν από Τσάκωνες. Ο πληθυσμός του χωριού ανέρχεται σε 175 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2011. Το χωριό διατηρεί αναλλοίωτα στοιχεία της Τσακώνικης παράδοσης και έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός.
Η Καστάνιτσα ιδρύθηκε από Τσάκωνες οι οποίοι κατέφυγαν στα ορεινά του Πάρνωνα κατά τη διάρκεια των Σλαβικών επιδρομών στην Πελοπόννησο στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. Αναφέρεται για πρώτη φορά σε Χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου το 1293 μ.Χ, με την ονομασία Κωστάντζα και είναι το πρώτο Τσακωνοχώρι για το οποίο υπάρχει γραπτή αναφορά. Η Καστάνιτσα ήταν χτισμένη πάνω σε πέρασμα στρατηγικής σημασίας, για τη φύλαξη του οποίου είχε χτιστεί κάστρο στην κορυφή του λόφου, πάνω από τον οικισμό, ερείπια του οποίου διατηρούνται μέχρι σήμερα. Αναφορές για το χωριό συνεχίζουν να υπάρχουν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το χωριό έδωσε το παρόν στην επανάσταση του 1821. Οι Καστανιτσιώτες αντιστάθηκαν σθεναρά στα στρατεύματα του Ιμπραήμ, που εισέβαλαν στην περιοχή το 1826, σώζοντας το χωριό από την καταστροφή.Μετά την απελευθέρωση αποτέλεσε αρχικά έδρα του δήμου Σιταίνης, ο οποίος καταργήθηκε μετά από λίγα χρόνια λειτουργίας και εντάχθηκε στον δήμο Βρασιών. Στο διάστημα 1912-1998 αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα ενώ από το 1999 ανήκει διοικητικά στον δήμο Βόρειας Κυνουρίας.
Ο οικισμός αποτελεί τόπο καταγωγής του λογοτέχνη Γεωργίου Στρατήγη (1860-1938).
Το χωριό είναι σκαρφαλωμένο σε μία πλαγιά του Πάρνωνα, σε υψόμετρο 840 μέτρων. Είναι χτισμένο κατά μήκος του αυχένα που συνδέει δύο υψώματα. Διατηρεί αναλλοίωτη την παραδοσιακή τσακώνικη αρχιτεκτονική με τα χαρακτηριστικά πυργόσπιτα με τις στέγες από τοπικό σχιστόλιθο. Στην κορυφή του βόρειου υψώματος πάνω από τον οικισμό, διατηρούνται ερείπια του παλιού πύργου, που χτίστηκε από Βυζαντινούς του Δεσποτάτου του Μυστρά, τον 14ο αιώνα με σκοπό την οχύρωση της περιοχής.
Αυτά τα δύο υπέροχα χωριά θα δούμε στην πορεία που θα κάνουμε την Κυριακή 25-2-2024.